Ελληνικό κρασί, κουλτούρα και Fine Wines
του Γιάννη Καρακάση MW

 

*Κουλτούρα: πνευματική και ψυχική καλλιέργεια, ως αποτέλεσμα μακράς διαδικασίας μάθησης και εκπαίδευσης.Συνώνυμο της ελληνικής λέξης παιδεία και στοιχείο του πολιτισμού.

 

 

H κουλτούρα (cultura) είναι μία λέξη που εισήγαγε στα ρωμαϊκά χρόνια ο ύπατος Κικέρων. Προέρχεται από το ρήμα colere, που σημαίνει καλλιεργώ και χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει την καλλιέργεια της ψυχής (cultura animi). Eίναι το αντίστοιχο της ελληνικής λέξης παιδεία και μπορεί να θεωρηθεί ως στοιχείο του πολιτισμού.

 

Είναι γνωστό ότι το κρασί υπήρξε κομμάτι της ελληνικής κουλτούρας από αρχαιοτάτων ετών. Ως Έλληνες είχαμε ακόμα και συγκεκριμένο ‘’Θεό’’ για το κρασί, τον Διόνυσο,  ενώ ο ρόλος που έπαιξε ο οίνος και στις φιλοσοφικές συζητήσεις ήταν καταλυτικός.

 

 

 

Στην πορεία των αιώνων όμως διάφοροι παράγοντες όπως η περίοδος της Τουρκοκρατίας, οι πολιτικές αναταραχές, οι πολλαπλοί πόλεμοι καθώς και το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο του πληθυσμού είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην περαιτέρω εξέλιξή της. Αποτέλεσμα να διατυπώνεται πλέον ανοιχτά ότι στην σημερινή εποχή υπάρχει έλλειψη οινικής κουλτούρας, έλλειψη οινικής παιδείας στη χώρα μας.

 

Είναι έτσι; Για να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση θα πρέπει κάπως χειροπιαστά να εξηγήσω πως αυτή η οινική κουλτούρα γίνεται αντιληπτή; Ας πάρουμε για παράδειγμα τους Γάλλους. Νιώθουν το κρασί ως δικό τους κτήμα όπως και τα εκατοντάδες είδη τυριών τους. Διδάσκουν στα σχολεία τους από τρυφερές ηλικίες την οινική τους ιστορία. Με λίγα λόγια αντιλαμβάνονται ως κομμάτι του DNA τους και της εθνικής τους ταυτότητας το κρασί. Φυσικά θα ήταν πολύ μεγάλο λάθος να ισχυριστούμε ότι αυτό συμβαίνει μόνο στους Γάλλους όταν για παράδειγμα ο Ουγγρικός εθνικός ύμνος κάνει ειδική μνεία στο κρασί Tokaji.

 

Τι κάνει λοιπόν οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Ισπανοί στην ‘’Πάνω Ραχούλα’’ που σαν περιοχή έχει τα αμπελάκια της και βγάζει και ένα αξιοπρεπές κρασί; Πρώτον γνωρίζουν για το κρασί και δεύτερον κάνουν όλες τις απαραίτητες ‘’τελετουργίες’’ που απαιτεί η απόλαυση του κρασιού. Στο τελευταίο ‘’καφενείο’’ή όπως το λένε εκεί θα δεις τα σωστά ποτήρια και τις σωστές θερμοκρασίες σερβιρίσματος. Δεν μιλάμε για πυρηνική φυσική αλλά για τα βασικά! Και όσο ανεβαίνεις πίστα θα δεις τις καράφες, τα πιο καλά ποτήρια, τις σαμπανιέρες και όλα τα σχετικά.

 

Θα ήθελα να πω ότι και εδώ κάνουμε το ίδιο αλλά το χαμηλό ποτήρι για το ‘’χύμα στο κύμα’’ βασιλεύει μαζί με τις cult αλατοπιπεριέρες και το προπέρσινο λάδι στο τραπέζι. Και όταν δεν βασιλεύει επειδή δεν φημιζόμαστε ως άνθρωποι του μέτρου – τζάμπα τα γνωμικά και το μέτρον άριστον- χρεώνουμε το ένα ποτήρι κρασί όσο κοστίζει όλη η φιάλη σαν αγορά στο σημείο. Ή χρεώνουμε 30 και 40 ευρώ στο εστιατόριο ένα κρασί που έχει αγοραστεί 5 ευρώ.

 

Όμως σίγουρα τα πράγματα βελτιώνονται ο κόσμος μαθαίνει για το κρασί, επισκέπτεται οινοποιεία, πετάει την τσίμπλα από τα μάτια του, κρίνει και αποφασίζει. Για όλα αυτά είμαι αισιόδοξος αλλά θα χρειαστεί αρκετός χρόνος, η εκπαίδευση είναι ένα συνεχές work in progress. Όμως η οινική κουλτούρα και εδώ πρέπει να είναι ξεκάθαρο δεν χτίζεται μόνο με την κατανάλωση ούτε μπορεί να συνδυαστεί με το τσιγάρο την Πάολα, τον Βέρτη ή τον λάθος Αργυρό. Γιατί πολύ απλά για αυτά υπάρχει το ουίσκυ και η βότκα. Τελεία! Το κρασί είναι ένα πιο πολιτισμένο ποτό που ιντριγκάρει το μυαλό και τις αισθήσεις και πηγαίνει πολύ περισσότερο από τους 13 ή και περισσότερους αλκοολικούς βαθμούς και το ‘’κάνω κεφάλι’’. Δυστυχώς όλο και περισσότερο αντιλαμβάνομαι ότι το πρόβλημα είναι στο πως παρουσιάζεται το κρασί που μοχθεί να πείσει ότι είναι για όλους.

 

Η οινική κουλτούρα θεωρώ ότι πρέπει να στοχεύει στο να κουμπώσει το κρασί και με πράγματα που δεν πάει το μυαλό μας και που αρχικά μπορεί να ακούγονται εκτός πραγματικότητας. Να κάνει το κρασί μοντέρνο, φιλικό και hot διατηρώντας τον πυρήνα του αλλά με στυλ λιγότερο ‘’Μπαστουνοκατάπιους’’ (σ.σ Ο αρχηγός των Βρετανών στο Αστερίξ στη Βρετανία).

 

Fine Wines What?

 

Να πάμε τώρα σε κάτι άλλο που πιστεύω ότι συνδέεται στενά με την οινική κουλτούρα. Το ελληνικό κρασί έχει κάνει σημαντικά βήματα προόδου και εξωστρέφειας τα τελευταία χρόνια. Κινείται ακόμα και στις παρυφές των Fine Wines τουλάχιστον σε κάποιος κύκλους. Χωρίς όμως να έχει ακόμα το κρασί που μπορεί να κοιτάξει στα μάτια μία Sassicaia ή ένα Leoville Las Cases αν και διαφαίνεται ότι η Σαντορίνη και η Νάουσα έχουν την στόφα να το κάνουν.

 

Πολλοί οι λόγοι θεωρώ για αυτό. Είμαστε καταρχάς μία οινική κουκίδα, στην κατηγορία ‘’οι άλλοι’’και έτσι η φωνή μας παρόλη την αρκετά υψηλή ποιότητα φτάνει πιο δύσκολα μακριά. Το αποτέλεσμα είναι το marketing να δυσκολεύεται στην υλοποίηση των στόχων του. Και ενώ έχουμε αξιοζήλευτη οινική ιστορία αυτή έχει διακοπεί άπειρες φορές στο παρελθόν γιατί απλά πολεμούσαμε με αποτέλεσμα στην Ελλάδα του 2017 να μιλάμε για πρώτη ή δεύτερη γενιά παραγωγών όταν στην Αλσατία έχουν συνεχόμενη ιστορία από το 17o αιώνα.

 

Να αναφερθώ λίγο στο τι έγινε μετά την ελληνική επανάσταση. Είχαμε αρχικά την εγκαθίδρυση μίας εύθραυστης βασιλείας με τον Όθωνα που φοβόταν την σκιά του και την ύπαρξη μίας πρώτης αριστοκρατίας. Μετά από περίπου 70 χρόνια είχαμε ξανά πόλεμο, τον Α’ Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, δύο Βαλκανικούς και δύο Παγκόσμιους πολέμους. Φυσικά δεν τελειώσαμε εκεί αφού είχαμε έναν εμφύλιο πόλεμο καθώς και την περίοδο της δικτατορίας. Και το κερασάκι στην τούρτα; η φυλλοξήρα κάνει την εμφάνισή της στα τέλη του 19ου αιώνακαι στο διάβα της καταστρέφει  σταδιακά τον ελληνικό αμπελώνα.

 

Όλα αυτά δεν αποτελούν απλά δυσμενείς συνθήκες δημιουργίας fine wines αλλά με κάνουν να νιώθω θαυμασμό και περηφάνια για την τωρινή θέση του ελληνικού κρασιού παγκοσμίως. Και αυτή η συνεχόμενη αστάθεια είναι μαζί με την έλλειψη κρίσιμης μάζας και τις μικρές παραγωγές η βασική εξήγηση γιατί δεν έχουμε ακόμα fine wines.

 

Όμως αυτό δεν είναι γραμμένο στην πέτρα. Μπορούμε να έχουμε fine wines με international standards. Δεν υπάρχει θεωρώ άλλος απαγορευτικός παράγοντας για μια περιοχή να εκτοξευθεί οινικά παρά η ποιότητα, η έμφαση στην λεπτομέρεια, το δυνατό marketing και η συνέχεια.

Kαι όλα αυτά προϋποθέτουν φυσικά μία δυνατή οινική κουλτούρα.

 

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα περιοχών που ανήλθαν στην κορυφή των Fine Wines τις τελευταίες δεκαετίες με οινοποιούς απλούς αγρότες που δούλευαν μάλιστα οι ίδιοι τη γη τους. Ακόμα και στη Γαλλία! Για παράδειγμα στο Condrieu το 1960 είχαν απομείνει μόλις 80 στρέμματα και ένας μόνος άνθρωπος, ο Georges Vernay την έβγαλε από την αφάνεια με αποτέλεσμα να μιλάμε πλέον με θαυμασμό για τα κρασιά της περιοχής. Στο δε Côte-Rôtie τα κρασιά κόστιζαν λίγο περισσότερο από αράπικα φυστίκια (oύτε καν Αιγίνης) μέχρι ο Parker να δώσει 100 άρια στα κρασιά του Guigal. Πιο νότια στο Cornas τα κρασιά του Clape και του Allemand μπήκαν στο ασανσέρ μόλις τα τελευταία χρόνια.

 

Και αν πάμε εκτός Γαλλίας ας δούμε τα Super-Tuscans πόσο καιρό βρίσκονται στο fine wines παιχνίδι; Ακόμα πιο πρόσφατα αν θέλετε τα κρασιά της Swartland ή του Priorat. Πάθος, σκληρή δουλειά και οινική κουλτούρα επιτρέπουν πλέον σε όλους μία θέση στο οινικό πάνθεον χωρίς να χρειάζεται ένα αριστοκρατικό pedigree αιώνων ή μία σειρά από είκοσι vintages για την οινική καταξίωση.